Ελαιόλαδο: Η χειρότερη σεζόν της τελευταίας δεκαετίας το 2023-2024 – Τι φέρνει η επόμενη σε παραγωγή και τιμές

Ελαιόλαδο: Η χειρότερη σεζόν της τελευταίας δεκαετίας το 2023-2024 – Τι φέρνει η επόμενη σε παραγωγή και τιμές

Μπορεί το 2023-2024 να ήταν η χειρότερη χρονιά για την παραγωγή ελαιολάδου την τελευταία δεκαετία στην Ελλάδα, αλλά απολύτως τίποτα δεν «εξασφαλίζει» ότι δεν θα είναι πολύ καλύτερη η επόμενη σεζόν (2024-2025).

Και αυτό γιατί ο βασικός παράγοντας ο οποίος οδήγησε στην πρωτοφανή εξαιρετικά μειωμένη παραγωγή ελαιολάδου το 2023-2024 (και στην εκτίναξη των τιμών του), όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλο τον ευρωπαϊκό Νότο (βλέπε ακόλουθο διάγραμμα) και έτσι την εκτίναξη της τιμής του απλά δεν μπορεί να προβλεφθεί και αυτός δεν είναι άλλος από τον καιρό, ο οποίος λόγω της κλιματικής αλλαγής έχει βγει από την «κανονική» πορεία του, οδηγώντας σε αλλοπρόσαλλη πορεία και τη γεωργική παραγωγή και έτσι τις τιμές των προϊόντων της.

Πηγή: Εuropean Commission

Πηγές του newsit.gr από υπηρεσιακά στελέχη της κυβέρνησης τα οποία παρακολουθούν στενά τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής πάνω στην παραγωγή ελαιολάδου στην Ελλάδα και γενικότερα στον ευρωπαϊκό Νότο και άρα στις τιμές του, αναφέρουν πως η παραγωγή του 2024-2025 (και άρα και οι προσεχείς τιμές του ελαιολάδου) θα κριθούν -και- από τις κλιματικές συνθήκες μεταξύ Μαΐου-Οκτωβρίου 2024.

Συγκεκριμένα, αν και κατά το προαναφερθέν εξάμηνο υπάρξει παρατεταμένη ξηρασία θα υπάρξουν αρνητικές πιέσεις στην παραγωγή ελαιόλαδου –αν και οι εκτιμήσεις των παραγωγών οι οποίοι παρακολουθούν την ανθοφορία των ελαιών, σύμφωνα με πληροφορίες, είναι πως η συγκομιδή του 2024-2025 θα είναι μεγαλύτερη σε σχέση με εκείνη του 2023-2024.

Εφόσον δεν υπάρξει κάποια σημαντική ανατροπή (πχ νέα αύξηση των τιμών ενέργειας, ακόμη μεγαλύτερη έλλειψη εργατικού δυναμικού) και παρά το γεγονός ότι φέτος δεν φαίνεται να καθίσταται δυνατή η αποθεματοποίηση ελαιόλαδου (ακριβώς λόγω της μειωμένης παραγωγής και παρά την εκτίναξη της τιμής του που οδήγησε σε μειωμένη ζήτηση), στη σεζόν 2024-2025 αναμένεται,από τους παραγωγούς του κλάδου, μείωση της τιμής του ελαιόλαδου.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, δεδομένου ότι η κλιματική αλλαγή δεν είναι ένα «συγκυριακό» φαινόμενο, σημειώνουν κυβερνητικές πηγές, έχει εξαιρετική σημασία, να ληφθούν έγκαιρα τα αναγκαία μέτρα για τη στήριξη των αγροτών και κατ΄επέκταση των καταναλωτών.

Ήδη, η Ελλάδα μαζί με άλλες 8 χώρες του ευρωπαϊκού Νότου έχουν διαμορφώσει ένα «μέτωπο» με το οποίο διεκδικούν τη διαμόρφωση ενός ταμείου με κονδύλια για την αντιμετώπιση -μεταξύ άλλων- και των συνεπειών της ακαρπίας.

Στελέχη του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης ανέφεραν πως δεν υπάρχει κανένας φορέας ο οποίος να αποζημιώνει τους αγρότες για την ακαρπία – δηλαδή τη μη παραγωγή καρπών για κλιματικούς λόγους (πχ ξηρασία).

Μία τέτοια δυνατότητα θα πρέπει να διαμορφωθεί, σύμφωνα με την ελληνική πλευρά, προκειμένου από τη μια μεριά να καλύπτεται μέρος, τουλάχιστον, της ζημιάς στην οποία υπόκεινται οι αγρότες από την ακαρπία και από την άλλη να διαμορφωθούν οι όροι για τη μείωση των τιμών των αγροτικών προϊόντων και εν προκειμένου του ελαιολάδου.

Οι ίδιες πηγές ανέφεραν πως λόγω της επιτακτικότητας του ζητήματος της αναθεώρησης της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) την οποία επέβαλαν οι πανευρωπαϊκές αγροτικές κινητοποιήσεις, δεν κατέστη δυνατό να «περπατήσει» η πρόταση του μετώπου του Ευρωπαϊκού Νότου για τη σύσταση ειδικού ταμείου –και- για την ακαρπία.

Έτσι το εν λόγω θέμα δεν αναμένεται να συζητηθεί στο ερχόμενο ευρωπαϊκό συμβούλιο των Υπουργών Γεωργίας στις 26 Φεβρουαρίου (στο οποίο θα συζητηθεί η αναθεώρηση της ΚΑΠ).

Ανοιχτό παραμένει το ενδεχόμενο να συζητηθεί στα επόμενα προγραμματισμένα ευρωπαϊκά συμβούλια των Υπουργών Γεωργίας στα τέλη Μαρτίου και στα τέλη Απριλίου.

Σε κάθε περίπτωση πάντως, στελέχη του Υπ. Αγροτικής Ανάπτυξης αναφέρουν πως οι αποφάσεις αυτές ακόμη και αν ληφθούν πχ τον επόμενο μήνα θα χρειαστεί έως και ένα χρόνος μετά, προκειμένου να είναι σε θέση να υλοποιηθούν και έτσι φέρουν αποτελέσματα υπέρ των αγροτών και των καταναλωτών.

Παράλληλα, όμως, πέρα από αν και τι θα αποφασίσουν τα κοινοτικά ή εθνικά θεσμικά όργανα, αναφέρουν αναλυτές της παραγωγής ελαιολάδου, σημαντικό είναι το τι μπορούν να κάνουν οι ίδιοι οι παραγωγοί.

Συγκεκριμένα, οι ίδιες πηγές εκτιμούν πως ένας τρόπος αντιμετώπισης των δραματικών συνεπειών της ξηρασίας θα ήταν η οργάνωση μηχανισμών ποτίσματος των ελαιόδεντρων, προκειμένου να μην εξαρτάται η παραγωγή τους από το αν και πόσο θα βρέξει την κατάλληλη περίοδο.

Οι ίδιοι αναλυτές αναφέρουν πως το ποσοστό των ελληνικών εκτάσεων καλλιέργειας ελιάς στο οποίο υπάρχουν μηχανισμοί ποτίσματος είναι ελάχιστο, σε αντίθεση με την Ισπανία όπου σταδιακά υπάρχει μία ανάπτυξη τους.

Αντίθετα, πηγές του newsit.gr από τους καλλιεργητές, αναφέρουν πως αρκετά υψηλό είναι το ποσοστό όσων παραγωγών μόνο ελιάς (και όχι ελαιολάδου) χρησιμοποιούν τέτοιους μηχανισμούς.

Προφανώς, αναφέρουν οι ίδιες πηγές, βασικό πρόβλημα για την ανάπτυξη ποτιστικών μηχανισμών είναι το σημαντικό οικονομικό κόστος, τόσο σε ό,τι αφορά την εγκατάσταση τους, όσο και για την κατανάλωση νερού.

Ωστόσο, δεν είναι το μόνο: Η δυνατότητα άντλησης τόσο μεγάλων ποσοτήτων νερού (ακόμα και αν το αντέξει η τσέπη των παραγωγών) δεν είναι δεδομένη για κάθε περιοχή της Ελλάδας, είτε γιατί δεν υπάρχει σε όλες τις περιοχές όπου καλλιεργούνται ελαιόδεντρα αρκετό νερό, είτε δεν υπάρχουν κατάλληλα αρδευτικά έργα.

Μ΄ άλλα λόγια, η «τεχνητή» αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής «σκαλώνει» όχι μόνο σε ενδεχόμενες χαμηλές ιδιωτικές οικονομικές δυνατότητες των αγροτών, αλλά και στα όρια της… φύσης και των κρατικών και κοινοτικών κονδυλίων για τη χρηματοδότησης τέτοιων έργων.

ΠΗΓΗ

COPY/PASTE ΑΓΡΟΤΙΚΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ