*του Αθανάσιου Φωτόπουλου, πρ. Καθηγητή Ιστορίας Πανεπιστημίου Πατρών
Η Κλάρα η νταλκαδιάρα, όπως ήταν γνωστή η Κλάρα Καλογεροπούλου από τη Γαστούνη, αποτελούσε τη δεκαετία του ’60 ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα στην νυχτερινή ζωή. Ήταν γνωστή σε όλη την Ηλεία και στις περισσότερες πόλεις της Πελοποννήσου εκείνη την εποχή, αφού τραγουδούσε εκτός από τα νυχτερινά κέντρα και στα πανηγύρια. Το όνομά της θύμιζε τη χορεύτρια Κλάρα Μπερνάλ, μιας και ήταν λάτρης του χορού, όπως η ίδια εξομολογείται στη συνέντευξη που έδωσε στην Κανέλλα Χρόνη από το Βαρθολομιό, φοιτήτριά μου στο Πανεπιστήμιο Πατρών και τώρα δασκάλα...

Αθανάσιος Φωτόπουλος, πρ. Καθηγητής Ιστορίας Πανεπιστημίου Πατρών
Η συνέντευξη…
Ποια ήταν τα πρώτα σας βήματα;
Παντρεύτηκα σε μικρή ηλικία, ο σύζυγός μου τότε ήταν φακίρης. Δίναμε παραστάσεις από χωριό σε χωριό κάνοντας ταχυδακτυλουργικά. Ο χορός από μικρό παιδί μού άρεσε πάρα πολύ, το όνειρό μου ήταν να γίνω χορεύτρια. Χόρευα πολύ ανατολίτικους χορούς και αυτό το εκμεταλλεύτηκα χορεύοντας στις παραστάσεις μαζί με τον άνδρα μου. Μ’ αυτόν τον τρόπο εξοικονομούσαμε τα προς το ζην.
Τι σας ώθησε να ασχοληθείτε με το τραγούδι;
Όλα ξεκίνησαν το 1963 όταν βρισκόμουν με τον άνδρα μου στην Τρίπολη, όπου δίναμε παραστάσεις. Σε μια από αυτές ο ιδιοκτήτης ενός νυχτερινού κέντρου διασκεδάσεως μας είδε και του άρεσε πολύ τόσο η παράσταση όσο και το χορευτικό. Μας ζήτησε να κάνουμε πρόγραμμα στο μαγαζί του κάθε μέρα. Επειδή άρεσα πολύ στον κόσμο, ο ιδιοκτήτης του κέντρου, μου πρότεινε να τραγουδήσω. Τα χρήματα ήταν πολύ καλά, και αποφάσισα να το κάνω.
Ποια η σχέση σας με τη μουσική και το τραγούδι πριν ασχοληθείτε με αυτό;
Δεν σου κρύβω ότι δεν είχα καμία σχέση με τη μουσική και το τραγούδι. Ο άνδρας μου έπαιζε μπουζούκι και ήταν αυτός που με βοήθησε να μάθω κάποια πράγματα για τη μουσική. Έκανα και μαθήματα στην αρχή ώστε να μάθω να τραγουδάω.

ΑΡΧΙΚΗ ΦΩΤΟ: Σε πανηγύρι της Ηλείας τραγουδάει ο Σάκης Κάβουρας. Δίπλα του η πασίγνωστη Κλάρα η νταλκαδιάρα (Ανέκδοτη φωτογραφία).
Πώς διασκέδαζε τότε ο κόσμος;
Κυριότερη μορφή διασκέδασης τότε ήταν τα μπουζούκια. Ο κόσμος ξενύχταγε μέχρι το πρωί όπως γίνεται και σήμερα, έσπαζαν πιάτα, χόρευαν στα τραπέζια. Πετούσαν και χρήματα. Τα περισσότερα επιστρέφονταν, ιδιαίτερα όταν ήταν πολλά, ενώ κάποια τα άφηναν στους τραγουδιστές. Έκτος από τα νυχτερινά κέντρα ο κόσμος διασκέδαζε πολύ και στα πανηγύρια. Μαζευόταν όλο το χωριό, και όχι μόνο. Άνθρωποι από άλλες πόλεις και μέρη πήγαιναν στα πανηγύρια, τα οποία γίνονταν προς τιμήν του αγίου προστάτη του χωριού. Ακόμη και ο Δεσπότης βρισκόταν στο γλέντι που στηνόταν το βράδυ. Μοίραζαν μπύρες και σε συνδυασμό με τα κλαρίνα, τα βιολιά, το μπουζούκι ο κόσμος χόρευε μέχρι το πρωί.
Φασαρίες, ευτράπελα;
Φασαρίες γίνονταν και μάλιστα μπορεί να ξεκινούσαν από το βράδυ και να κρατούσαν ως το πρωί. Συνήθως αιτία για καβγάδες αποτελούσαν οι παραγγελίες τραγουδιών καθώς και η προτεραιότητα στο χορό. Ποτέ δεν αναμείχθηκα σε καβγά, δεν ήθελα να έχω προβλήματα, κοιτούσα μόνο τη δουλειά μου. Όσο για τα ευτράπελα…,αυτά ήταν πολλά, ιδιαίτερα αυτά που σχετίζονταν με τους θαμώνες και θαυμαστές. Ένας θαμώνας του μαγαζιού ένα βράδυ, τις πρώτες μέρες που άρχισα να δουλεύω σαν τραγουδίστρια, έπαιζε ζάρια και μου ζήτησε να καθίσω δίπλα του. Κέρδισε στα ζάρια και έτσι, όπως πήρε τις λίρες στα χέρια του, τις έδωσε όλες σε εμένα! Ήταν μια πράξη θαυμασμού στο πρόσωπό μου, η οποία μου έδωσε τη δυνατότητα να αγοράσω τις πρώτες μου τουαλέτες για την πίστα. Ήμουν στο ξεκίνημα τότε και με αυτά τα χρήματα έκανα πολλούς να εντυπωσιαστούν με την σκηνική μου παρουσία. Υπήρχαν όμως και τα άσχημα…Θυμάμαι, την εποχή της χούντας, ένας στρατηγός έγραφε σε εφημερίδες. Ασχολήθηκε και μαζί μου. Σε άρθρο του με αποκαλούσε «θεριό», με παρουσίαζε σαν την γυναίκα που «ρουφάει» τους άνδρες. Έγραψε πολλά, τα οποία με οδήγησαν στο να κάνω μήνυση σε βάρος του. Ακολούθησε δικαστήριο το οποίο έγινε κεκλεισμένων των θυρών. Το αποτέλεσμα ήταν να δικαιωθώ και βέβαια αυτό που ζήτησα ήταν η ηθική μου αποκατάσταση.
Ποια ήταν η θέση της γυναίκας σαν τραγουδίστριας εκείνη την εποχή;
Η κοινωνία την εποχή εκείνη ήταν προκατειλημμένη. Η γυναίκα τότε έπρεπε να είναι στο σπίτι με τα παιδιά. Φανταστείτε ότι ο αδερφός μου που πήγαινε στο γυμνάσιο ντρεπόταν που η αδερφή του ήταν τραγουδίστρια, δεν ήθελε να ξέρουν τι δουλειά έκανα. Δεν ήθελε να αναφέρεται καθόλου σε εμένα.
Την περίοδο της χούντας αντιμετωπίσατε προβλήματα στη δουλειά σας;
Βέβαια…την εποχή αυτή απαγορεύεται το σπάσιμο των πιάτων. Στο κέντρο που τραγουδούσα αυτό δεν τηρήθηκε και θα περνούσα από δικαστήριο. Ένα βράδυ τρεις δικαστικοί επισκέπτονται το μαγαζί για να διαπιστώσουν τι γινόταν. Αφού ενημερώθηκα για την παρουσία τους στο μαγαζί έπρεπε να σκεφτώ κάτι, ώστε να παρουσιάσω το σπάσιμο των πιάτων σαν ατύχημα. Ήμουν από τις λίγες τραγουδίστριες που δεν έμενε μόνο στην πίστα, αλλά κατέβαινε στον κόσμο. Αυτό έκανα και εκείνη τη νύχτα! Ενώ τραγουδούσα, λοιπόν, πηγαίνω με το μικρόφωνο στα τραπέζια, με το καλώδιο του μικροφώνου «ρίχνω» ένα από αυτά! Έτσι αθωώθηκα στο δικαστήριο. Κάτι άλλο που θυμάμαι από την εποχή αυτή είναι το σκάνδαλο που είχε γίνει το 1967. Τότε είχε πραγματοποιηθεί μία εκδήλωση από τους πολιτικούς, για να «ευχαριστήσουν» τον κόσμο. Με είχαν καλέσει να τραγουδήσω, το σκάνδαλο δημιουργήθηκε γιατί κάθισα στα πόδια του Δεσπότη. Όπως καταλαβαίνεις, οι εφημερίδες έγραφαν πάλι…
Πέρα από όλα αυτά, η αντιμετώπιση του κόσμου γενικά προς το πρόσωπό σας ποια ήταν; Είναι αλήθεια ότι σας αποκαλούσαν «Κλάρα η νταλκαδιάρα»;
Όντως για όλο τον κόσμο ήμουν η Κλάρα η νταλκαδιάρα. Η προσφώνηση αυτή καθιερώθηκε από τον συνεργάτη μου, τον Κάβουρα. Χρησιμοποιούσε εκφράσεις όπως: όρμα τους Κλάρα, φάτα τους Κλάρα, οι οποίες έγιναν γρήγορα γνωστές. Φανταστείτε ότι σε ένα πανηγύρι στην Καλαμάτα προς τιμήν του Αγίου Φλώρου, αν θυμάμαι καλά, υπήρχαν άλλα πέντε συγκροτήματα, έπρεπε να μαζέψουμε κόσμο. Αρχίζει ο Κάβουρας τις προσφωνήσεις αυτές, αρχίζω και εγώ να χορεύω, και μέσα σε λίγα λεπτά είχαμε τον περισσότερο κόσμο. Είχα πολλούς θαυμαστές, και από τον κόσμο εισέπραττα αγάπη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ένας θαμώνας ο οποίος έπινε ποτό με το γοβάκι μου! Πολλές φορές μου ζητούσαν να καθίσω στο τραπέζι τους και από τον ενθουσιασμό τους, κάθε φορά που ζητούσα φωτιά για να ανάψω το τσιγάρο μου, μου έδιναν και από ένα χιλιάρικο! Πέρα απ’ αυτά ο κόσμος με αγαπούσε, γιατί είμαι άνθρωπος οικείος και αγαπητός. Είχα πολύ καλή επαφή με τον κόσμο. Στα πανηγύρια όταν έβλεπα παιδιά χωρίς παπούτσια, βλέπετε τότε υπήρχε φτώχεια, έβαζα τα χρήματα που μας πετούσαν στο στήθος μου και τα έδινα στις μανάδες των παιδιών ή και στα ίδια.

«εφημ. Πατρίς» 12 Νοεμβρίου 1967
Μιλήστε μας για τον παρτενέρ σας, τον Κάβουρα.
Ο Κάβουρας ήταν ένας άνθρωπος γραφικός, και λέω ήταν γιατί έφυγε από τη ζωή πριν τρία χρόνια. Πάντα καλοντυμένος, χαρακτηριστικό ήταν το άσπρο κοστούμι που φορούσε. Έπαιζε μπουζούκι και ξεσήκωνε τον κόσμο. Για πρώτη φορά συναντηθήκαμε τυχαία στο Κ.Τ.Ε.Λ. στον Πύργο Ηλείας. Από τότε δουλεύαμε συνέχεια μαζί. Ήμασταν φοβερό δίδυμο. Όταν εγώ σταμάτησα να τραγουδάω ο Κάβουρας συνέχισε, έχασε όμως την αίγλη του. Ο κόσμος βλέπεις μας ήθελε μαζί! Με τον Κάβουρα έχουμε δουλέψει σε πολλά νυχτερινά κέντρα στον νομό Ηλείας.
Θα θέλατε να μας αναφέρεται ενδεικτικά μερικά;
Είχαμε δουλέψει σε πάρα πολλά, κάποια που θυμάμαι είναι το Μίνως, ο Διόνυσος, Η Καλύβα στην Γαστούνη, Ο Κινέζος στα Σαβάλια. Πρέπει να σας πω ότι έχουμε συνεργαστεί και με μεγάλα ονόματα, όπως η Μοσχολιού!
Εκτός από τα πανηγύρια, συμμετείχατε και σε άλλες εκδηλώσεις;
Ναι βέβαια, εκτός από τα πανηγύρια μας καλούσαν να τραγουδήσουμε σε γιορτές και συνεστιάσεις που γίνονταν στα σπίτια. Το φαινόμενο αυτό ήταν συχνό εκείνη την εποχή. Ο κόσμος διασκέδαζε στο σπίτι καλώντας τραγουδιστές από διάφορα κέντρα. Ο Κάβουρας και εγώ καλούμασταν συνέχεια σε γιορτές ή πάρτι που γίνονταν στα σπίτια. Ξεσηκώναμε τον κόσμο, κάναμε πολύ κέφι, γι’ αυτό και μας προτιμούσαν.
Πότε και γιατί σταματήσατε να τραγουδάτε;
Σταμάτησα να τραγουδάω την καλύτερη περίοδο, στο ζενίθ της καριέρας μου. Ο λόγος ήταν φυσικά η οικογένεια. Ήδη στα δεκαοχτώ μου χρόνια είχα κάνει το πρώτο μου παιδί, παντρεύτηκα πολύ μικρή. Λόγω της δουλειάς μου, την κόρη μου κρατούσε η πεθερά μου. Το γεγονός ότι περνούσα πολύ λίγες ώρες με το παιδί μου, καθώς και το ότι ήθελα να αποκτήσω δεύτερο παιδί, με οδήγησαν στο να πάρω την σημαντική αυτή απόφαση: να σταματήσω να τραγουδάω και να αφοσιωθώ αποκλειστικά στα παιδιά και την οικογένεια μου. Ο Κάβουρας, θυμάμαι, προσπαθούσε με κάθε τρόπο να με αποτρέψει από αυτή μου την απόφαση. Για αυτόν θα ήταν βλακεία να σταματήσω σε μια περίοδο όπου η επιτυχία μου ήταν μεγάλη. Τίποτα δεν θα μπορούσε να με εμποδίσει τότε, η απόφαση μου γρήγορα αποτελούσε γεγονός. Το τραγούδι μετά από λίγο καιρό άνηκε για μένα στο παρελθόν.
Ποια είναι η τωρινή σας ασχολία;
Όταν γέννησα το δεύτερο παιδί, μια φίλη μου, μου έδωσε την ιδέα να ανοίξω ταβέρνα. Η ιδέα της μου φάνηκε πολύ καλή και αποφάσισα να το κάνω. Άνοιξα λοιπόν το μαγαζί στο χωριό Μάχου και το ανακοίνωσα σε εφημερίδα. Γρήγορα έγινε γνωστό, με αποτέλεσμα να έχει πολύ κόσμο. Έρχονταν θαυμαστές μου από πολλές πόλεις της Πελοποννήσου. Λίγα χρόνια αργότερα χρησιμοποίησα άλλο χώρο όπου αποφάσισα να έχω και ορχήστρα, έτσι είχα και ζωντανή μουσική. Δεν τραγουδούσα εγώ βέβαια. Στο καινούριο μαγαζί ήθελα να έρχεται κόσμος της επιλογής μου, και γι’ αυτό το λόγο τα τραπέζια ήταν και είναι ρεζερβέ.
Από αυτά που έχω πληροφορηθεί το μαγαζί πάει πολύ καλά και μάλιστα χρησιμοποιείται και για εκδηλώσεις. Σας εύχομαι να έχετε καλές δουλειές και ευχαριστώ για την συνέντευξη.
Ναι, το μαγαζί πάει πολύ καλά. Και εγώ ευχαριστώ, να ’στε καλά.
[Σημείωση: Τα χρόνια πέρασαν από τότε που δόθηκε η συνέντευξη. Η ταβέρνα στου Μάχου έκλεισε. Τώρα, ο γιος και η νύφη της διευθύνουν το ρεστοράν Clara’s στο κέντρο της Αμαλιάδας].
